«Η Ιστορία Δεν Λέει Ψέματα»
Στις 14 Ιουνίου 2007, το Εθνικό Ταχυδρομείο της Εσθονίας εξέδωσε ένα αναμνηστικό γραμματόσημο, το οποίο φαίνεται δεξιά. Η κυκλοφορία του συνοδεύτηκε από την ανακοίνωση: «Αυτό το συλλεκτικό γραμματόσημο τιμάει τα θύματα της γενοκτονίας των Εσθονών επί Στάλιν». Μεταξύ των ετών 1941 και 1951, εξορίστηκαν δεκάδες χιλιάδες Εσθονοί.
«Η ΙΣΤΟΡΙΑ δεν λέει ψέματα». Αυτό είναι ένα πολύ γνωστό ρητό στην Εσθονία, ενώ υπάρχουν παρόμοια και σε άλλες χώρες. Πράγματι, δεν μπορούμε να αλλάξουμε το παρελθόν, αλλά μπορούμε ασφαλώς να διδαχτούμε από αυτό. Ο σοφός Βασιλιάς Σολομών του αρχαίου Ισραήλ είπε: «Όλα αυτά που ακολουθούν τα ξέρω από την παρατήρηση των όσων συμβαίνουν σ’ αυτό τον κόσμο, όπου κάποιοι άνθρωποι καταπιέζουν τους άλλους και τους κάνουν να υποφέρουν».—Εκκλησιαστής 8:9, Η Αγία Γραφή, Μετάφραση από τα Πρωτότυπα Κείμενα.
Το πόσο αληθινή είναι η παραπάνω Γραφική δήλωση φάνηκε καθαρά πριν από μερικές δεκαετίες στην Εσθονία, καθώς και σε πολλά άλλα μέρη της Ανατολικής Ευρώπης. Η ανθρώπινη διακυβέρνηση έφερε πόνο σε πάρα πολλούς αθώους οι οποίοι εξορίστηκαν σε μακρινά μέρη για να ζήσουν εκεί ή να φυλακιστούν σε στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας.
Σύμφωνα με τοπικούς ιστορικούς, 46.000 και πλέον πολίτες εξορίστηκαν από αυτή τη μικρή χώρα μεταξύ των ετών 1941 και 1951. Οι περισσότεροι είχαν γίνει στόχος λόγω της πολιτικής τους ιδεολογίας, ενώ άλλοι λόγω της εθνικότητας ή της κοινωνικής τους θέσης. Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, όμως, μπήκαν στο στόχαστρο λόγω των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων.
Επίθεση σε Θεοφοβούμενους Ανθρώπους
Το 2004, οι Εκδόσεις του Πανεπιστημίου του Τάρτου δημοσίευσαν μια μελέτη στην οποία η ιστορικός Άιγκι Ράχι-Ταμ δήλωνε: «Από το 1948 ως το 1951, συνελήφθησαν 72 Μάρτυρες του Ιεχωβά και άτομα που συναναστρέφονταν με αυτούς. Ωστόσο, είχε σχεδιαστεί μια εξορία πολύ μεγαλύτερης κλίμακας που πραγματοποιήθηκε τη νύχτα της 1ης Απριλίου 1951 και περιλάμβανε, εκτός από τα κράτη της Βαλτικής, τη Μολδαβία, τη δυτική Ουκρανία και τη Λευκορωσία».
Πριν από το 1951, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στην Εσθονία συλλαμβάνονταν, δέχονταν ψυχολογικές πιέσεις, ανακρίνονταν και φυλακίζονταν. Η καινούρια εκστρατεία εξορίας προφανώς αποτελούσε μια γενικευμένη προσπάθεια να αφανιστούν εντελώς οι Μάρτυρες του Ιεχωβά από την Εσθονία.
Η ημερομηνία 1 Απριλίου 1951 εμφανίζεται στο γραμματόσημο που αναφέρθηκε προηγουμένως. Ο αριθμός 382 δείχνει πόσοι ήταν οι Μάρτυρες και τα παιδιά τους που εξορίστηκαν εκείνη την ημέρα. Σε αυτόν περιλαμβάνονται συγγενείς και γείτονες που δεν ήταν Μάρτυρες. Κατά τη διάρκεια εκείνης της ημέρας, έγιναν συλλήψεις σε όλη τη χώρα. Τη νύχτα, στοίβαξαν όσους είχαν συλλάβει—νέους και ηλικιωμένους—σε φορτηγά βαγόνια με τα οποία μετέφεραν ζώα, έχοντας προορισμό τη Σιβηρία.
Η Έλα Τομ, * 25 χρονών τότε, ήταν Μάρτυρας του Ιεχωβά. Αναλογιζόμενη μια συνηθισμένη ανάκριση, λέει: «Ένας αξιωματικός προσπάθησε να με εκφοβίσει και με διέταξε να σταματήσω το κήρυγμα. Κάποια φορά με ρώτησε: “Θέλεις να ζήσεις; Ή μήπως θέλεις να πεθάνεις μαζί με τον Θεό σου στα χωράφια της Σιβηρίας;”» Η Έλα, όμως, εξακολούθησε άφοβα να κηρύττει τα καλά νέα. Την έστειλαν στη Σιβηρία και επί έξι περίπου χρόνια τη μετέφεραν από το ένα στρατόπεδο καταναγκαστικής εργασίας στο άλλο.
Μεταξύ των εκατοντάδων ατόμων που εξορίστηκαν χωρίς ακροαματική διαδικασία ήταν μια άλλη νεαρή Μάρτυρας του Ιεχωβά, η Χιίσι Λέμπερ. Αναλογιζόμενη τα γεγονότα της 1ης Απριλίου 1951, ανέφερε: «Ήρθαν εντελώς ξαφνικά μέσα στη νύχτα και μας διέταξαν: “Έχετε μισή ώρα. Μαζέψτε τα πράγματά σας!”» Κατόπιν, υπό το κάλυμμα του σκοταδιού, οδήγησαν τη Χιίσι και την εξάχρονη κόρη της στο σιδηροδρομικό σταθμό. Το σαραβαλιασμένο τρένο έπαιρνε από κάθε σταθμό όλο και περισσότερους Μάρτυρες. «Μας πέταξαν σε ένα φορτηγό βαγόνι με το οποίο μετέφεραν ζώα. Ευτυχώς, τα περιττώματά τους ήταν παγωμένα. Αλλιώς θα ήταν αδύνατο να σταθούμε εκεί μέσα. Μας στοίβαξαν σαν τα ζώα».
Το εξουθενωτικό ταξίδι των δύο εβδομάδων με το τρένο αποτελούσε τραυματική εμπειρία. Τα βαγόνια ήταν ασφυκτικά γεμάτα, δίχως ίχνος υγιεινής. Νέοι και ηλικιωμένοι αντιμετώπιζαν κάθε είδους ταπείνωση και εξευτελισμό. Μερικοί έκλαιγαν και δεν ήθελαν να φάνε. Ωστόσο, οι Μάρτυρες ενθάρρυναν και βοηθούσαν ο ένας τον άλλον ψάλλοντας ύμνους, ενώ μοιράζονταν ό,τι φαγητό είχαν. Τους έστελναν σε «μόνιμους οικισμούς» και τους έλεγαν ότι το ταξίδι ήταν «χωρίς επιστροφή».
Η Χιίσι θυμάται τη συγκινητική υποστήριξη που έλαβε από ομοπίστους της κατά τη διάρκεια αυτής της δοκιμασίας: «Σε κάποιον σταθμό, το τρένο μας σταμάτησε δίπλα σε ένα από τη Μολδαβία. Έξω από το βαγόνι, ακούσαμε κάποιον να μας ρωτάει ποιοι ήμασταν και πού πηγαίναμε. Του εξηγήσαμε ότι δεν ξέραμε πού πηγαίναμε και ότι ήμασταν Μάρτυρες του Ιεχωβά από την Εσθονία. Ομόπιστοί μας στο τρένο από τη Μολδαβία άκουσαν τη συνομιλία. Από ένα άνοιγμα του βαγονιού μάς πέταξαν ένα μεγάλο καρβέλι ψωμί και μερικά ξερά δαμάσκηνα». Η Χιίσι πρόσθεσε: «Τότε αρχίσαμε να καταλαβαίνουμε πόσο εκτεταμένες ήταν οι συλλήψεις των Μαρτύρων του Ιεχωβά—γίνονταν σε όλες τις δημοκρατίες της Σοβιετικής Ένωσης!»
Δύο κορίτσια εφηβικής ηλικίας που ήταν Μάρτυρες του Ιεχωβά, η Κορίνα και η αδελφή της η Ένε, στερήθηκαν τη μητέρα τους έξι και πλέον χρόνια. Η μητέρα τους, Μάρτυρας του Ιεχωβά και αυτή, είχε συλληφθεί λίγο πρωτύτερα και την είχαν στείλει σε στρατόπεδο καταναγκαστικής εργασίας. Κατόπιν, εκείνη τη φρικτή νύχτα του Απριλίου, άρπαξαν τα δύο κορίτσια από το σπίτι τους και τα στοίβαξαν σε ένα βαγόνι. Η Κορίνα θυμάται με ευγνωμοσύνη: «Στο τρένο, μια Μάρτυρας του Ιεχωβά με δύο παιδιά προθυμοποιήθηκε να μας φροντίσει και μας διαβεβαίωσε ότι θα ζούσαμε μαζί ως οικογένεια με εκείνη και τα παιδιά της».
Τι συνέβη στον τελικό προορισμό; Μια μέρα αφότου έφτασαν στην κρύα ερημιά της Σιβηρίας, άρχισε ένα ταπεινωτικό «σκλαβοπάζαρο». Ήρθαν κάποιοι από κοντινές αγροτικές κολεκτίβες για να διαλέξουν εργάτες. Η Κορίνα θυμάται: «Τους ακούγαμε να μαλώνουν και να λένε: “Εσύ έχεις ήδη οδηγό για το τρακτέρ σου. Αυτός είναι δικός μου” ή “Εγώ πήρα ήδη δύο ηλικιωμένους. Σειρά σου να πάρεις και εσύ κανέναν”».
Η Κορίνα και η Ένε ήταν γενναίες. Αργότερα είπαν: «Μας έλειπε πολύ η μητέρα μας. Πόσο λαχταρούσαμε να ξαναβρεθούμε στη ζεστή αγκαλιά της!» Παρ’ όλα αυτά, διατήρησαν την πνευματική τους δύναμη και το χιούμορ τους. Η Κορίνα πρόσθεσε: «Από μια άποψη, ευτυχώς που δεν μας έβλεπε η μητέρα μας, επειδή μερικές φορές έπρεπε να δουλεύουμε έξω στο τσουχτερό κρύο χωρίς τα ανάλογα ρούχα».
Ένα είναι βέβαιο: Αθώοι άνθρωποι στην Εσθονία και αλλού υπέστησαν κατάφωρη αδικία, και οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ως ομάδα ήταν ανάμεσα σε αυτούς. (Βλέπε το πλαίσιο «Ασύλληπτο “Μέγεθος Τρόμου”».) Παρά την κακομεταχείριση και τον πόνο του παρελθόντος, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στην Εσθονία εξακολουθούν να είναι δραστήριοι και ευτυχισμένοι.
Ένα Λαμπρό Μέλλον Είναι Μπροστά Μας
Η Αγία Γραφή μάς διαβεβαιώνει ότι ο Ιεχωβά Θεός μισεί την αδικία: «Όποιος κάνει αυτά τα πράγματα, όποιος κάνει αδικία, είναι απεχθής στον Ιεχωβά τον Θεό σου». (Δευτερονόμιο 25:16) Παρότι ο Θεός έχει ανεχτεί την πονηρία στο παρελθόν, πλησιάζει ο καιρός κατά τον οποίο θα τερματίσει την αδικία και την πονηρία. «Λίγο ακόμη», λέει ο ψαλμωδός, «και ο πονηρός δεν θα υπάρχει πια. Και θα παρατηρήσεις τον τόπο του, και εκείνος δεν θα υπάρχει. Οι πράοι όμως θα γίνουν κάτοχοι της γης και θα βρίσκουν εξαιρετική ευχαρίστηση στην αφθονία της ειρήνης».—Ψαλμός 37:10, 11.
Πράγματι, μας περιμένει ένα λαμπρό μέλλον! Αν και δεν μπορούμε να αλλάξουμε το παρελθόν, μπορούμε να κάνουμε ενέργειες για να έχουμε βέβαιο μέλλον. Πλησιάστε τον Θεό και δείτε πώς θα απολαύσετε ένα θαυμάσιο μέλλον, όταν θα επικρατεί πραγματική δικαιοσύνη.—Ησαΐας 11:9.
^ παρ. 10 Η βιογραφία της Έλα Τομ εμφανίζεται στο Ξύπνα! του Απριλίου 2006, σελίδες 20-24.