Οι Αναγνώστες μας Ρωτούν . . .
Εξαρτάται η Ευτυχία από το Γάμο;
Διδάσκει η Αγία Γραφή ότι πρέπει να είστε παντρεμένοι για να νιώθετε ικανοποίηση και ευτυχία; Εκ πρώτης όψεως, ίσως φαίνεται ότι ο Λόγος του Θεού υποστηρίζει αυτή την άποψη. Γιατί;
Σύμφωνα με την αφήγηση της Γένεσης, ο Θεός είδε ότι “δεν ήταν καλό” να παραμένει ο πρώτος άνθρωπος, ο Αδάμ, μόνος του. Γι’ αυτό, έπλασε την Εύα ως «συμπλήρωμά του». (Γένεση 2:18) «Συμπλήρωμα» είναι αυτό που καθιστά κάτι πλήρες. Από το συγκεκριμένο εδάφιο, ίσως συμπεράνουμε ότι ένα άτομο είναι πλήρες μόνο αν είναι παντρεμένο. Επιπρόσθετα, αρκετές Γραφικές αφηγήσεις παρουσιάζουν το γάμο ως πηγή ευλογιών και χαράς. Μια από αυτές είναι η ιστορία της Ρουθ.
Ωστόσο, έχουν όντως σκοπό τέτοιες αφηγήσεις να μας διδάξουν ότι οι Χριστιανοί σήμερα θα είναι ευτυχισμένοι, ικανοποιημένοι ή πλήρεις μόνο αν παντρευτούν και αποκτήσουν παιδιά; Δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Ο πιο πλήρης και ικανοποιημένος άνθρωπος που έζησε ποτέ ήταν ο Ιησούς Χριστός. Εντούτοις, παρέμεινε άγαμος μέχρι το θάνατό του. Ο Ιησούς, ο σοφότερος άνθρωπος που έζησε ποτέ, αποτελούσε επίσης τέλεια αντανάκλαση «του ευτυχισμένου Θεού», του Ιεχωβά. (1 Τιμόθεο 1:11· Ιωάννης 14:9) Ο Ιησούς αποκάλυψε τι χρειάζεται για να είναι κάποιος ευτυχισμένος σε αυτόν τον κόσμο. (Ματθαίος 5:1‐12) Ωστόσο, δεν ανέφερε πουθενά το γάμο.
Μήπως, λοιπόν, η Γραφή αντιφάσκει σε αυτό το ζήτημα; Σε καμία περίπτωση. Πρέπει να δούμε το γάμο υπό το πρίσμα του σκοπού του Ιεχωβά. Μολονότι σχεδίασε το γάμο για να έχουν οι άνθρωποι χαρά, σεξουαλικές σχέσεις και παρηγοριά, ο θεσμός αυτός έχει παίξει κατά καιρούς και σημαντικό ρόλο στην εκπλήρωση συγκεκριμένων πτυχών του θελήματός του. Λόγου χάρη, ο σκοπός του Θεού για τον Αδάμ και την Εύα ήταν “να είναι καρποφόροι και να πληθυνθούν και να γεμίσουν τη γη”. (Γένεση 1:28) Ούτε ο Αδάμ μπορούσε να εκπληρώσει το δηλωμένο σκοπό του Θεού μόνος του ούτε η Εύα. Ο καθένας χρειαζόταν τον άλλον, και ο καθένας συμπλήρωνε τον άλλον κατά μία ιδιαίτερη έννοια.
Παρόμοια, ο Ιεχωβά είχε υπόψη του συγκεκριμένα πράγματα όσον αφορά το γάμο και την οικογενειακή ζωή ενόσω πολιτευόταν με το επίγειο έθνος του Ισραήλ. Ήθελε να είναι το έθνος του πολυπληθές ώστε να μην τους αφανίσουν οι εχθροί τους. Επίσης, σκοπός του ήταν να έρθει μέσω της φυλής του Ιούδα ο Μεσσίας, ο οποίος θα έσωζε την πιστή ανθρωπότητα από τις συνέπειες της αμαρτίας και του θανάτου. (Γένεση 49:10) Συνεπώς, οι πιστές Ισραηλίτισσες θεωρούσαν ιδιαίτερο προνόμιο το να παντρευτούν και να κάνουν παιδιά, ενώ το αντίθετο ήταν αιτία ντροπής και λύπης.
Τι θα πούμε, όμως, για τους Χριστιανούς που ζουν σήμερα σε αυτόν τον κατάμεστο πλανήτη; Είναι άραγε υποχρεωμένοι να παντρεύονται και να αναπαράγονται λόγω της αρχαίας εντολής του Θεού: «Να γεμίσετε τη γη»; Όχι. (Ματθαίος 19:10‐12) Ούτε χρειάζεται πλέον να προστατεύει και να διασφαλίζει ο Θεός τη γενεαλογική γραμμή του Μεσσία ή να περιφρουρεί το έθνος στο οποίο θα γεννιόταν αυτός ο Σωτήρας. Πώς πρέπει, λοιπόν, να βλέπουν οι Χριστιανοί το γάμο και την αγαμία;
Στην ουσία, και τα δύο μπορούν να θεωρηθούν δώρα από τον Θεό. Θα συμφωνείτε ότι ένα δώρο που ταιριάζει απόλυτα σε κάποιον ίσως δεν ταιριάζει σε έναν άλλον. Ο γάμος είναι ιερή διευθέτηση η οποία μπορεί να προσφέρει αγάπη, συντροφικότητα, καθώς και σταθερό θεμέλιο για την ανατροφή παιδιών. Ταυτόχρονα, η Γραφή επισημαίνει ρεαλιστικά ότι όσοι παντρεύονται σε αυτόν τον ατελή κόσμο θα αντιμετωπίσουν επίσης προβλήματα, ή αλλιώς «θλίψη στη σάρκα τους». Όσο για την αγαμία, ο Ιεχωβά δεν τη θεωρεί αιτία ντροπής ή λύπης. Αντίθετα, ο Λόγος του αναφέρει ότι η αγαμία έχει συγκεκριμένα πλεονεκτήματα έναντι του γάμου.—1 Κορινθίους 7:28, 32‐35.
Συνεπώς, η Γραφή παρουσιάζει ισορροπημένη άποψη για το γάμο και την αγαμία. Ο Ιεχωβά, ο Πρωτουργός του γάμου και της οικογένειας, θέλει να είναι ευτυχισμένοι και ικανοποιημένοι όλοι οι υπηρέτες του—άγαμοι ή παντρεμένοι.