Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μετάβαση στον πίνακα περιεχομένων

Αντιμετωπίζει τις Αντιξοότητες Θέτοντας Στόχους

Αντιμετωπίζει τις Αντιξοότητες Θέτοντας Στόχους

Αντιμετωπίζει τις Αντιξοότητες Θέτοντας Στόχους

Ο ΓΟΥΙΛΙΑΜ (Μπιλ) Μάινερς και η σύζυγός του, η Ρόουζ, ζουν σε ένα διαμέρισμα κοντά στο αεροδρόμιο Λαγκουάρντια της Νέας Υόρκης. Εκεί η Ρόουζ, μια καλοσυνάτη οικοδέσποινα γύρω στα 75, καλωσορίζει με χαρά τον επισκέπτη της. Μέσα στο διαμέρισμα, δεν μπορεί κανείς να μην προσέξει πώς το ζεστό περιβάλλον του καθιστικού αντανακλά την πρόσχαρη διάθεσή της. Η όμορφη ανθοδέσμη που βρίσκεται κοντά στην πόρτα και οι ζωηρόχρωμοι πίνακες στους τοίχους μεταδίδουν ένα αίσθημα χαράς και δίψας για ζωή.

Δίπλα στο καθιστικό υπάρχει ένα φωτεινό δωμάτιο όπου ο 77χρονος Μπιλ είναι ξαπλωμένος στο κρεβάτι και η πλάτη του στηρίζεται σε ένα ρυθμιζόμενο στρώμα. Μόλις βλέπει τον επισκέπτη του, τα καλοσυνάτα μάτια του λάμπουν και ένα πλατύ χαμόγελο ζωγραφίζεται στο πρόσωπό του. Θα ήθελε πολύ να σηκωθεί, να του δώσει το χέρι και να τον αγκαλιάσει, αλλά δεν μπορεί. Εκτός από το αριστερό του χέρι, όλο το σώμα του Μπιλ είναι παράλυτο από το λαιμό και κάτω.

Επειδή ο Μπιλ έχει προβλήματα υγείας από τότε που ήταν 26 ετών, τον ρώτησα τι τον έχει βοηθήσει να αντιμετωπίζει με επιτυχία τις αρρώστιες του επί 50 και πλέον χρόνια. Ο Μπιλ και η Ρόουζ ανταλλάσσουν ένα ζωηρό βλέμμα. «Δεν γνωρίζουμε κανέναν που να είναι άρρωστος!» λέει η Ρόουζ, και το εγκάρδιο γέλιο της γεμίζει το δωμάτιο. Τα μάτια του Μπιλ ακτινοβολούν από ευχαρίστηση καθώς γελάει συγκρατημένα και κουνάει καταφατικά το κεφάλι του. «Δεν υπάρχει άρρωστος εδώ», λέει διστακτικά με βραχνή φωνή. Η Ρόουζ και ο Μπιλ ανταλλάσσουν και άλλα εύθυμα σχόλια και, προτού περάσει πολλή ώρα, το δωμάτιο αντηχεί από τα γέλια. Είναι ολοφάνερο ότι η αγάπη που ένιωσαν ο ένας για τον άλλον όταν συναντήθηκαν το Σεπτέμβριο του 1945 είναι ακόμη ολοζώντανη. Ρωτάω και πάλι τον Μπιλ: «Αλλά για πες μας, ποιες αντιξοότητες έχεις περάσει; Και τι σε βοήθησε να τις αντιμετωπίζεις και να διατηρείς μια χαρούμενη άποψη για τη ζωή;» Έπειτα από λίγη παρακίνηση, ο Μπιλ δέχεται να πει την ιστορία του. Ακολουθούν μερικά αποσπάσματα από διάφορες συζητήσεις που είχε το Ξύπνα! με τον Μπιλ και τη σύζυγό του.

Αρχίζουν οι Αντιξοότητες

Τον Οκτώβριο του 1949​—τρία χρόνια μετά το γάμο του με τη Ρόουζ και τρεις μήνες μετά τη γέννηση της κόρης τους, της Βίκι—​ο Μπιλ πληροφορήθηκε ότι είχε κακοήθη όγκο σε μια από τις φωνητικές του χορδές, ο οποίος και αφαιρέθηκε. Έπειτα από λίγους μήνες, ο γιατρός του Μπιλ τον ενημέρωσε για μια άλλη δυσάρεστη εξέλιξη​—ο καρκίνος είχε επηρεάσει όλο το λάρυγγα. «Μου είπε ότι αν δεν έκανα λαρυγγεκτομή​—δηλαδή αφαίρεση ολόκληρου του λάρυγγα—​θα μου απέμεναν μόνο δύο χρόνια ζωής».

Ο Μπιλ και η Ρόουζ ενημερώθηκαν σχετικά με το ποια θα ήταν τα αποτελέσματα αυτής της εγχείρησης. Ο λάρυγγας, δηλαδή το όργανο που παράγει τη φωνή, εκτείνεται από τη ρίζα της γλώσσας μέχρι την είσοδο της τραχείας. Μέσα στο λάρυγγα υπάρχουν δύο φωνητικές χορδές. Κατά την έξοδό του από τους πνεύμονες, ο αέρας περνάει μέσα από τις χορδές, οι οποίες δονούνται και παράγουν τους ήχους της ομιλίας. Όταν αφαιρεθεί ο λάρυγγας, το πάνω μέρος της τραχείας συνδέεται με ένα μόνιμο άνοιγμα στο μπροστινό μέρος του λαιμού. Μετά την εγχείρηση, ο ασθενής αναπνέει από αυτό το άνοιγμα​—αλλά έχει χάσει τη φωνή του.

«Όταν άκουσα αυτή την εξήγηση, θύμωσα», λέει ο Μπιλ. «Είχαμε ένα μικρό κοριτσάκι, είχα καλή εργασία, είχαμε μεγάλες προσδοκίες από τη ζωή μας και τώρα όλες οι ελπίδες μου είχαν εξανεμιστεί». Εφόσον όμως η λαρυγγεκτομή μπορούσε να σώσει τη ζωή του, συμφώνησε να γίνει η εγχείρηση. «Μετά την εγχείρηση», αναφέρει ο Μπιλ, «δεν μπορούσα να καταπιώ. Δεν μπορούσα να πω ούτε μια λέξη. Είχα μείνει μουγκός». Όταν η Ρόουζ επισκεπτόταν τον Μπιλ, ο μόνος τρόπος με τον οποίο μπορούσε αυτός να επικοινωνήσει μαζί της ήταν να γράφει λέξεις σε ένα σημειωματάριο. Ήταν μια οδυνηρή περίοδος. Για να αντιμετωπίσουν αυτή την αντιξοότητα, έπρεπε να θέσουν νέους στόχους.

Άλαλος και Άνεργος

Η λαρυγγεκτομή άφησε τον Μπιλ όχι μόνο μουγκό αλλά και άνεργο. Εργαζόταν σε ένα μηχανουργείο, αλλά τώρα που μπορούσε να αναπνέει μόνο από το άνοιγμα που υπήρχε στο λαιμό του, οι σκόνες και οι αναθυμιάσεις μπορούσαν να κάνουν κακό στους πνεύμονές του. Έπρεπε να βρει άλλη εργασία. Ενώ ακόμη δεν μπορούσε να μιλάει, γράφτηκε σε μια σχολή για να μάθει την τέχνη του ωρολογοποιού. «Έμοιαζε με την παλιά μου εργασία», λέει ο Μπιλ. «Ήξερα πώς συναρμολογούνται τα εξαρτήματα μιας μηχανής, και όταν κάποιος φτιάχνει ρολόγια, χρειάζεται και πάλι να συναρμολογεί διάφορα εξαρτήματα. Μόνο που αυτά τα εξαρτήματα δεν ζύγιζαν 25 κιλά!» Μόλις τελείωσε αυτή τη σχολή, βρήκε εργασία ως ωρολογοποιός. Έτσι λοιπόν, πέτυχε έναν στόχο.

Στο μεταξύ, ο Μπιλ είχε επίσης αρχίσει να παρακολουθεί κάποια μαθήματα για να μάθει να μιλάει μέσω του οισοφάγου. Με αυτή την τεχνική, ο ήχος δεν παράγεται από τις φωνητικές χορδές αλλά από τις δονήσεις που δημιουργούνται στον οισοφάγο, το σωλήνα ο οποίος μεταφέρει την τροφή από το λαιμό στο στομάχι. Στην αρχή, πρέπει να μάθει κάποιος να καταπίνει αέρα και να τον αναγκάζει να περάσει από τον οισοφάγο. Στη συνέχεια, ρεύεται βγάζοντας τον αέρα με ελεγχόμενο τρόπο. Καθώς βγαίνει ο αέρας, τα τοιχώματα του οισοφάγου δονούνται. Αυτό παράγει έναν βραχνό ήχο, ο οποίος με τη βοήθεια του στόματος και των χειλιών μπορεί να μετατραπεί σε ομιλία.

«Παλιότερα, ρευόμουν μόνο όταν είχα φάει πολύ», λέει ο Μπιλ χαμογελώντας, «αλλά τώρα έπρεπε να μάθω να ρεύομαι συνεχώς. Στην αρχή, κατάφερνα να αρθρώνω μόνο μία λέξη κάθε φορά, δηλαδή κάπως έτσι: “[Εισπνοή, κατάποση, ρέψιμο] Πώς [εισπνοή, κατάποση, ρέψιμο] είσαι;” Δεν ήταν εύκολο. Κατόπιν, ο δάσκαλός μου μού είπε να πίνω πολύ τζίντζερ-έιλ, ένα αεριούχο ποτό το οποίο θα με βοηθούσε να ρεύομαι. Γι’ αυτό, όποτε η Ρόουζ έβγαινε για βόλτα με τη Βίκι, εγώ έπινα και ρευόμουν επανειλημμένα. Έκανα σκληρές προσπάθειες για να το πετύχω αυτό!»

Αν και το 60 περίπου τοις εκατό των ασθενών που κάνουν λαρυγγεκτομή δεν καταφέρνουν να μάθουν αυτή την τεχνική, ο Μπιλ σημείωσε πρόοδο. Η Βίκι, που τότε ήταν σχεδόν δύο ετών, τον παρακινούσε χωρίς να το καταλαβαίνει. Ο Μπιλ εξηγεί: «Η Βίκι μού μιλούσε και μετά με κοιτούσε, αναμένοντας απάντηση. Αλλά δεν μπορούσα να αρθρώσω ούτε μία λέξη. Εκείνη συνέχιζε να μου μιλάει, αλλά χωρίς να παίρνει απάντηση. Ενοχλημένη, η Βίκι στρεφόταν στη σύζυγό μου και έλεγε: “Κάνε τον μπαμπά να μου μιλήσει!” Τα λόγια της μου σπάραζαν την καρδιά και μου έδωσαν το κίνητρο για να αποφασίσω να ξαναμιλήσω». Προς ευχαρίστηση της Βίκι, της Ρόουζ και άλλων, ο Μπιλ τα κατάφερε. Είχε πετύχει άλλον έναν στόχο.

Δέχεται Άλλο ένα Πλήγμα

Στα τέλη του 1951, ο Μπιλ και η Ρόουζ αντιμετώπισαν ένα νέο δίλημμα. Οι γιατροί, φοβούμενοι ότι ο καρκίνος θα επανεμφανιζόταν, συμβούλεψαν τον Μπιλ να υποβληθεί σε ακτινοθεραπεία. Ο Μπιλ συμφώνησε. Όταν τελείωσε η θεραπεία, ανυπομονούσε να ξαναρχίσει να ζει. Ούτε καν φανταζόταν ότι σύντομα η υγεία του επρόκειτο να δεχτεί άλλο ένα πλήγμα!

Πέρασε περίπου ένας χρόνος. Τότε, μια ημέρα τα δάχτυλα του Μπιλ άρχισαν να μουδιάζουν. Στη συνέχεια, δεν μπορούσε να ανεβαίνει τις σκάλες. Λίγο καιρό αργότερα, έπεσε κάτω καθώς περπατούσε και δεν μπορούσε να σηκωθεί. Οι εξετάσεις που έγιναν έδειξαν πως η ακτινοθεραπεία στην οποία υποβλήθηκε ο Μπιλ (η οποία, εκείνον τον καιρό, δεν γινόταν τόσο σωστά όσο γίνεται σήμερα) είχε προκαλέσει βλάβη στο νωτιαίο μυελό του. Του είπαν ότι η κατάστασή του θα χειροτέρευε. Μάλιστα ένας γιατρός τού είπε πως οι πιθανότητες να ζήσει «ήταν μηδαμινές». Ο Μπιλ και η Ρόουζ ένιωσαν συντετριμμένοι.

Παρ’ όλα αυτά, σε μια προσπάθεια να καταπολεμήσει αυτή την αντιξοότητα, ο Μπιλ μπήκε στο νοσοκομείο όπου έμεινε έξι μήνες για φυσιοθεραπεία. Μολονότι η θεραπεία δεν άλλαξε την πορεία της φυσικής του κατάστασης, η παραμονή στο νοσοκομείο άλλαξε την πορεία της ζωής του​—μια αλλαγή που τελικά τον οδήγησε στο να γνωρίσει τον Ιεχωβά. Πώς συνέβη αυτό;

Ενισχύεται Κατανοώντας την Αιτία των Αντιξοοτήτων

Στη διάρκεια εκείνων των έξι μηνών, ο Μπιλ βρισκόταν σε ένα εβραϊκό νοσοκομείο, στο ίδιο δωμάτιο με άλλους 19 παράλυτους​—όλοι τους Εβραίοι Ορθόδοξοι. Κάθε απόγευμα αυτοί οι άντρες συζητούσαν για την Αγία Γραφή. Ο Μπιλ, που ανήκε στην εκκλησία των Βαπτιστών, απλώς άκουγε. Αλλά όταν έφυγε από το νοσοκομείο, είχε ήδη ακούσει αρκετά για να συμπεράνει ότι ο Παντοδύναμος Θεός είναι ένα μόνο πρόσωπο και ότι το δόγμα της Τριάδας αντιφάσκει με την Αγία Γραφή. Ως εκ τούτου, ο Μπιλ δεν ξαναπήγε στην εκκλησία του. Ωστόσο, ένιωθε ότι είχε ανάγκη από πνευματική καθοδηγία για να αντιμετωπίζει τις αντιξοότητες της ζωής. «Ζητούσα συνέχεια βοήθεια από τον Θεό», λέει ο Μπιλ, «και οι προσευχές μου απαντήθηκαν».

Ένα Σάββατο του 1953 τον επισκέφτηκε ο Ρόι Ντάγκλας, ένας ηλικιωμένος άντρας που ζούσε κάποτε στη γειτονιά του και είχε ακούσει για την άσχημη κατάσταση του Μπιλ. Ο Ρόι, που ήταν Μάρτυρας του Ιεχωβά, ρώτησε τον Μπιλ αν θα ήθελε να μελετήσει μαζί του την Αγία Γραφή, και ο Μπιλ συμφώνησε. Αυτά που διάβασε ο Μπιλ στην Αγία Γραφή και στο βιβλίο «Έστω ο Θεός Αληθής» a άνοιξαν τα μάτια του. Μίλησε στη Ρόουζ για αυτά που μάθαινε, με αποτέλεσμα να αρχίσει να συμμετέχει και εκείνη στη μελέτη. Η Ρόουζ θυμάται: «Στην εκκλησία μάς είχαν πει πως οι ασθένειες ήταν τιμωρία από τον Θεό, αλλά η Γραφική μας μελέτη έδειξε ότι αυτό δεν ήταν αλήθεια. Νιώσαμε τεράστια ανακούφιση». Ο Μπιλ προσθέτει: «Αυτά που μάθαμε από την Αγία Γραφή για την αιτία όλων των προβλημάτων, περιλαμβανομένης και της αρρώστιας μου, και για το ότι πρόκειται να έρθει ένα καλύτερο μέλλον μάς βοήθησαν να αποδεχτούμε την κατάστασή μου». Το 1954, ο Μπιλ και η Ρόουζ πέτυχαν άλλον έναν στόχο. Βαφτίστηκαν και οι δύο ως Μάρτυρες του Ιεχωβά.

Περισσότερες Προσαρμογές

Στο μεταξύ, η παράλυση του Μπιλ είχε επεκταθεί τόσο πολύ ώστε δεν μπορούσε να εργάζεται πλέον. Για να τα βγάζουν πέρα, ο Μπιλ και η Ρόουζ αντάλλαξαν ρόλους: ο Μπιλ έμενε στο σπίτι με τη Βίκι και η Ρόουζ άρχισε να εργάζεται στο ωρολογοποιείο​—εργασία την οποία συνέχισε να κάνει επί 35 χρόνια!

«Η φροντίδα της κόρης μας μου έδινε πολλή χαρά», αναφέρει ο Μπιλ. «Η μικρή Βίκι το απολάμβανε επίσης. Με υπερηφάνεια, έλεγε σε όποιον έβλεπε: “Προσέχω τον μπαμπά!” Αργότερα, όταν πήγαινε σχολείο, τη βοηθούσα στα μαθήματά της και συχνά παίζαμε μαζί. Επιπρόσθετα, είχα τη θαυμάσια ευκαιρία να της δίνω Γραφική εκπαίδευση».

Η παρακολούθηση των Χριστιανικών συναθροίσεων στην Αίθουσα Βασιλείας ήταν άλλη μια πηγή χαράς για τον Μπιλ και την οικογένειά του. Χρειαζόταν μία ώρα για να πηγαίνει αργά αργά από το σπίτι του στην Αίθουσα Βασιλείας, αλλά δεν έχανε τις συναθροίσεις. Έπειτα, όταν μετακόμισαν σε μια άλλη περιοχή της πόλης, ο Μπιλ και η Ρόουζ αγόρασαν ένα μικρό αυτοκίνητο, και η Ρόουζ τούς πήγαινε με αυτό στην αίθουσα. Παρ’ όλο που ο Μπιλ μπορούσε να μιλάει μόνο για λίγη ώρα, εγγράφηκε στη Σχολή Θεοκρατικής Διακονίας. Ο Μπιλ εξηγεί: «Έγραφα την ομιλία μου και ένας άλλος αδελφός την εκφωνούσε. Μετά την ομιλία, ο επίσκοπος σχολής μού έδινε συμβουλή σχετικά με το περιεχόμενό της».

Διάφορα άτομα μέσα στην εκκλησία βοηθούσαν επίσης τον Μπιλ να συμμετέχει τακτικά στο έργο κηρύγματος. Αργότερα δε, ο Μπιλ διορίστηκε διακονικός υπηρέτης στην εκκλησία​—πράγμα που δεν προκάλεσε καμία έκπληξη σε όσους παρατηρούσαν την αφοσίωσή του. Στη συνέχεια, όταν δεν τον κρατούσαν πλέον τα πόδια του και η παράλυσή του επεκτάθηκε ακόμη περισσότερο, περιορίστηκε στο διαμέρισμά του και τελικά έμεινε κατάκοιτος. Θα μπορούσε να αντιμετωπίσει αυτή την αντιξοότητα;

Μια Ικανοποιητική Απασχόληση

«Τώρα που ήμουν στο σπίτι όλη ημέρα, έψαχνα για κάποια απασχόληση», λέει ο Μπιλ. «Προτού μείνω παράλυτος μου άρεσε να βγάζω φωτογραφίες. Γι’ αυτό σκέφτηκα να δοκιμάσω να ζωγραφίζω πίνακες, παρ’ όλο που δεν είχα ζωγραφίσει ποτέ στη ζωή μου. Εκτός αυτού, είμαι δεξιόχειρας, αλλά ολόκληρο το δεξί μου χέρι και τα δύο δάχτυλα του αριστερού μου χεριού είχαν παραλύσει. Εν πάση περιπτώσει, η Ρόουζ αγόρασε αρκετά βιβλία που περιέγραφαν μεθόδους ζωγραφικής. Τα μελέτησα και άρχισα να ζωγραφίζω με το αριστερό μου χέρι. Αρκετές από τις ζωγραφιές μου κατέληξαν στα σκουπίδια, αλλά τελικά άρχισα να μαθαίνω».

Η όμορφη συλλογή από πίνακες υδατογραφίας που διακοσμούν τώρα το διαμέρισμα του Μπιλ και της Ρόουζ αποδεικνύουν ότι ο Μπιλ ξεπέρασε τις προσδοκίες του. «Πριν από περίπου πέντε χρόνια», προσθέτει ο Μπιλ, «το αριστερό μου χέρι άρχισε να τρέμει τόσο πολύ ώστε αναγκάστηκα να αφήσω το πινέλο μου για πάντα, αλλά αυτό το χόμπι μού έδινε μεγάλη ικανοποίηση επί πολλά χρόνια».

Ένας Στόχος που Παραμένει

Ο Μπιλ αφηγείται: «Έχουν περάσει 50 και πλέον χρόνια από τότε που άρχισαν τα προβλήματα με την υγεία μου. Η ανάγνωση της Αγίας Γραφής εξακολουθεί να με παρηγορεί, ιδιαίτερα όταν διαβάζω τους Ψαλμούς και το βιβλίο του Ιώβ. Επίσης, μου αρέσει να διαβάζω τα έντυπα της Εταιρίας Σκοπιά. Επιπλέον, ενθαρρύνομαι πολύ όταν με επισκέπτονται μέλη της εκκλησίας μας και περιοδεύοντες επίσκοποι και μου λένε εποικοδομητικές εμπειρίες. Στο μεταξύ, μέσω τηλεφωνικής σύνδεσης με την Αίθουσα Βασιλείας, έχω τη δυνατότητα να ακούω τις συναθροίσεις, και μπορώ να βλέπω βιντεοταινίες με το πρόγραμμα των συνελεύσεων.

»Είμαι ευγνώμων που έχω ευλογηθεί με μια στοργική σύζυγο. Στο πέρασμα όλων αυτών των ετών, υπήρξε ο στενός μου σύντροφος. Επίσης, η κόρη μας, η οποία υπηρετεί τώρα τον Ιεχωβά μαζί με τη δική της οικογένεια, εξακολουθεί να αποτελεί πηγή μεγάλης χαράς. Ευχαριστώ ιδιαίτερα τον Ιεχωβά που με βοήθησε να παραμείνω κοντά του. Σήμερα, καθώς το σώμα μου και η φωνή μου εξασθενούν όλο και περισσότερο, σκέφτομαι συχνά τα λόγια του αποστόλου Παύλου: “Δεν παραιτούμαστε, αλλά ακόμη και αν ο εξωτερικός μας άνθρωπος φθείρεται, σίγουρα ο εσωτερικός μας άνθρωπος ανανεώνεται από ημέρα σε ημέρα”. (2 Κορινθίους 4:16) Ναι, ο στόχος που εξακολουθώ να έχω είναι να παραμείνω πνευματικά άγρυπνος για όσο καιρό πρόκειται να ζω ακόμη».

[Υποσημείωση]

a Είναι έκδοση της Βιβλικής και Φυλλαδικής Εταιρίας Σκοπιά. Δεν τυπώνεται πλέον.

[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 12]

«Μετά την εγχείρηση δεν μπορούσα να καταπιώ. Δεν μπορούσα να πω ούτε μια λέξη. Είχα μείνει μουγκός»

[Εικόνα στη σελίδα 13]

Ο Μπιλ και η Ρόουζ σήμερα